Οι κάτοικοι της πρωτεύσουσας εκτίθενται καθημερινά σε υψηλά επίπεδα θορύβου που ξεπερνούν τα όρια της ΕΕ – Οι ανύπαρκτοι χάρτες ηχορύπανσης και οι μελέτες για 8.900 πρόωρους θανάτους στην Ευρώπη
Της Κέλλυς Φαναριώτη, Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ – 02/02/2025 (σελ. 40)
Κόρνες αυτοκινήτων από ανυπόμονους ή οξύθυμους οδηγούς, μηχανάκια με «πειραγμένες» εξατμίσεις που γκαζώνουν, τρυπάνια και κομπρεσέρ από οικοδομές που αντηχούν ασταμάτητα, συναγερμοί οχημάτων που ενεργοποιούνται με τον παραμικρό θόρυβο ή κίνηση… Το ηχητικό «σκηνικό» της καθημερινότητάς μας στις περισσότερες γειτονιές της Αθήνας μπορεί εύκολα να οδηγήσει έναν πολίτη σε απόγνωση. Κι ενώ θα περίμενε κανείς η κατάσταση να εξομαλύνεται κατά τις νυχτερινές ώρες, η δυνατή μουσική από τα καφέ και τα μπαρ μπλέκεται με τις φωνές των θαμώνων, κάνοντας πια την ησυχία να μοιάζει με πολυτέλεια.
Η ηχορρύπανση της Αθήνας αποτελεί ένα διαρκές πρόβλημα με το οποίο οι κάτοικοί της έρχονται αντιμέτωποι σε καθημερινή βάση, ωστόσο – όπως προέκυψε από την πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου – είναι ένα θέμα που δεν απασχολεί καθόλου τις ελληνικές αρχές. Και αυτό διότι η χώρα μας δεν έχει καταθέσει, ως όφειλε βάσει της οδηγίας 2002/49/ΕΚ, στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) στοιχεία για τη χαρτογράφηση των επιπέδων θορύβου εδώ και μία δεκαετία και δεν έχει δώσει την παραμικρή εξήγηση για αυτή την παράλειψη. Τα μόνα διαθέσιμα δεδομένα για τον θόρυβο στο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας είναι από το 2014 και δείχνουν ότι πάνω από το 98% του πληθυσμού ήταν εκτεθειμένο σε επίπεδα θορύβου που ξεπερνούν τα όρια που έχει ορίσει η Ευρωπαϊκή Ενωση.
Οι χάρτες θορύβου που δεν έχουμε
Η απραξία από την πλευρά του ελληνικού κράτους μάλιστα δεν αποτελεί απλώς ένα καθήκον που έχει ξεχαστεί ή μια πολιτική που έχει παραμεληθεί, αλλά μια σοβαρή παραβίαση, καθώς όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης υποχρεούνται από το 2002 να υποβάλλουν κάθε πέντε χρόνια στον ΕΟΠ στρατηγικούς χάρτες ηχορρύπανσης που αποτυπώνουν τα επίπεδα θορύβου σε μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα (με πληθυσμό πάνω από 100.000 κατοίκους), αεροδρόμια, σιδηροδρόμους και μεγάλους αυτοκινητοδρόμους (οδικούς άξονες με ετήσια κυκλοφορία άνω των 3.000.000 κινήσεων). Στόχος είναι η σφαιρική αξιολόγηση της έκθεσης του πληθυσμού σε τυχόν υψηλά επίπεδα θορύβου και η κατάρτιση σχεδίων δράσης για τον περιορισμό του φαινομένου.
Ελλείψει επίσημων στοιχείων από τις δημόσιες αρχές για τα επίπεδα θορύβου στην ελληνική πρωτεύουσα, οι μόνες πηγές πληροφόρησης είναι οι μελέτες που διεξάγονται κατά καιρούς από πανεπιστήμια και ανεξάρτητα ερευνητικά κέντρα. Μία από αυτές είναι η έρευνα που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με το ερευνητικό ευρωπαϊκό κέντρο URBANOME. Σύμφωνα με την εν λόγω μελέτη που διεξήχθη το 2018 σε 70 σημεία της Αθήνας και περιελάμβανε μετρήσεις από Δευτέρα έως Παρασκευή (εξαιρουμένων των αργιών), το 52% του πληθυσμού εκτέθηκε σε θόρυβο 65-70 ντεσιμπέλ κατά τη διάρκεια της ημέρας και το 30% σε θόρυβο άνω των 70-75 ντεσιμπέλ. Κατά τη διάρκεια της νύχτας το 49% του πληθυσμού εκτέθηκε σε θόρυβο 60-65 ντεσιμπέλ και το 3,2% σε 70-75 ντεσιμπέλ.
«Λαμβάνοντας υπόψη τα όρια που έχει θέσει για τον θόρυβο η Ευρωπαϊκή Ενωση (55 dB κατά τη διάρκεια της ημέρας και 50 dB για τη νύχτα) και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (53 dB κατά τη διάρκεια της ημέρας και 45 dB για τη νύχτα), τα παραπάνω δεδομένα δείχνουν ότι η Αθήνα έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει για τη δημιουργία ενός πιο υγιούς ακουστικού περιβάλλοντος για τους κατοίκους της» σχολιάζει ο καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και επικεφαλής της μελέτης, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Μόνιμη καταγραφή ηχορρύπανσης
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η εγκατάσταση ενός συστήματος μόνιμης παρακολούθησης της ηχορρύπανσης στην Αθήνα που θα δίνει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για την ένταση του φαινομένου (θα συμπεριλαμβάνει, δηλαδή, Σαββατοκύριακα, αργίες και δεν θα αφορά μόνο συγκεκριμένες χρονικές περιόδους), είναι εφικτή.
«Τεχνολογικά, το σύστημα μπορεί να βασιστεί σε σταθμούς μέτρησης θορύβου που χρησιμοποιούν αισθητήρες ήχου για τη συνεχή καταγραφή δεδομένων, διασυνδεδεμένους μέσω του Διαδικτύου των Πραγμάτων (Internet of Things), προκειμένου να αποστέλλονται τα δεδομένα σε πραγματικό χρόνο. Παράλληλα, η χρήση τεχνικών μηχανικής μάθησης (AI) θα μπορούσε να επιτρέψει την ανάπτυξη αλγορίθμων πρόβλεψης θορύβου και τη βελτιστοποίηση πολιτικών μείωσης της ηχορρύπανσης» λέει σχετικά ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Γεωγραφίας της Σχολής Περιβάλλοντος, Γεωγραφίας και Εφαρμοσμένων Οικονομικών του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, Γιώργος Πετρόπουλος.
8.900 πρόωροι θάνατοι στην Ευρώπη
Γιατί όμως είναι σημαντικά η συστηματική μέτρηση της έντασης του ήχου και ο συνακόλουθος σχεδιασμός στρατηγικών για τον περιορισμό του; Οπως εξηγεί μιλώντας στο «Βήμα» η δρ Ντορότα Γιαροσίνσκα, επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κέντρου Περιβάλλοντος και Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στη Βόννη, η ηχορρύπανση αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο περιβαλλοντικό παράγοντα πρόκλησης ασθενειών μετά την ατμοσφαιρική ρύπανση.
«Η εκτεταμένη έκθεση σε υψηλά επίπεδα θορύβου συνδέεται με διαταραχές ύπνου, κατάθλιψη, προβλήματα ακοής, υπέρταση, καρδιαγγειακά νοσήματα και διαβήτη» εξηγεί. «Οι επιπτώσεις είναι ακόμα πιο έντονες για όσους πάσχουν ήδη από χρόνια νοσήματα. Παράλληλα, ο έντονος και συνεχής περιβαλλοντικός θόρυβος επηρεάζει τις γνωστικές λειτουργίες των παιδιών, δυσχεραίνοντας τις μαθησιακές τους ικανότητες και τη δυνατότητά τους να συγκεντρωθούν. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο Οργανισμός, ο θόρυβος από τις οδικές μεταφορές σχετίζεται με 33.600 περιστατικά ισχαιμικής καρδιοπάθειας και 8.900 πρόωρους θανάτους».
Στο ερώτημα σχετικά με το τι θα μπορούσε να γίνει προκειμένου οι κάτοικοι μεγαλουπόλεων, όπως η Αθήνα, να απαλλαγούν από το αδιάκοπο βουητό της καθημερινότητας και να βελτιωθεί η ποιότητα της ζωής τους, η κυρία Γιαροσίνσκα απαντά πως ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δοθεί στον πολεοδομικό σχεδιασμό, στην οργάνωση της κυκλοφορίας και στη δημιουργία κινήτρων και υποδομών προκειμένου οι κάτοικοι να μη χρησιμοποιούν το αυτοκίνητό τους αλλά τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή το ποδήλατο.
«Η ενίσχυση της μόνωσης των κτιρίων, η ρύθμιση και τήρηση ορίων ταχύτητας και η χρήση ηχοαπορροφητικής ασφάλτου αποτελούν επίσης πολύ αποτελεσματικές λύσεις» αναφέρει. Και τονίζει εμφατικά: «Είναι πολύ σημαντικό να προστατεύονται και, αν είναι δυνατόν, να επεκτείνονται οι ήσυχες γειτονιές. Μην τις καταστρέφετε στον βωμό της αστικής ανάπτυξης».
Τέλος, η επιστήμονας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας υπογραμμίζει πως η εφαρμογή των παραπάνω μέτρων δεν θα μετριάσει απλώς τα επίπεδα θορύβου αλλά θα έχει θετικό αντίκτυπο στην ατμοσφαιρική ρύπανση και κατ’ επέκταση στην υγεία των πολιτών, θα μειώσει τον κίνδυνο πρόκλησης τροχαίων ατυχημάτων και θα συμβάλει στην αύξηση της φυσικής δραστηριότητας.